COVID-19 | |
---|---|
Συμπτώματα της COVID-19 | |
Συμπτώματα | Πυρετός, Βήχας, Δύσπνοια, Κόπωση |
Επιπλοκές | Πνευμονία, Σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας, Νεφρική ανεπάρκεια |
Αίτια | Ιός SARS-CoV-2 |
Παράγοντες κινδύνου | Μη λήψη προστατευτικών μέτρων |
Διαγνωστική μέθοδος | PCR, Ιατρική απεικόνιση |
Πρόληψη | Σωστή τεχνική πλυσίματος των χεριών, Προστασία βήχα, Αποφυγή στενής επαφής με άρρωστα άτομα ή υποκλινικούς φορείς, Κοινωνική αποστασιοποίηση |
Θεραπεία | Διαχείριση συμπτωμάτων και υποστηρικτικά μέτρα |
Ταξινόμηση | |
ICD-10 | U07.1 |
MeSH | C000657245 |
Η ασθένεια κορονοϊού 2019 (coronavirus disease 2019, COVID-19), επίσης γνωστή ως οξεία αναπνευστική νόσος 2019-nCoV, είναι μία μολυσματική ασθένεια που προκαλείται από τον κορονοϊό SARS-CoV-2. Ο ιός και η ασθένεια καταγράφηκαν για πρώτη φορά στην πόλη Γουχάν της Κίνας στα τέλη του 2019 και έγιναν γνωστοί στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας στις 31 Δεκεμβρίου 2019. Από τότε έχει διασπαρεί σε όλον τον πλανήτη και έχει εξελιχθεί σε πανδημία, η οποία βρίσκεται εν εξελίξει μέχρι και σήμερα. Μεγάλο πρόβλημα αποτελούν οι συνεχόμενες μεταλλάξεις που διαιωνίζουν τη διασπορά του ιού στην κοινότητα.[1]
Τα συμπτώματα της COVID-19 ποικίλουν, τα πιο συχνά είναι ο πυρετός, ο ξηρός βήχας και η σωματική εξάντληση. Λιγότερο συχνά συμπτώματα είναι η απώλεια γεύσης ή μυρωδιάς, η ρινική συμφόρηση, η επιπεφυκίτιδα, ο πονόλαιμος, ο πονοκέφαλος, o πόνος στους μύες ή στις αρθρώσεις, τα δερματικά εξανθήματα, η ναυτία ή ο εμετός, η διάρροια, τα ρίγη και η ζάλη. Σε περίπτωση σοβαρής εξέλιξης της νόσου τα συμπτώματα περιλαμβάνουν δυσκολία στην αναπνοή, απώλεια όρεξης, σύγχυση, επίμονο πόνο ή πίεση στο στήθος και υψηλό πυρετό, άνω των 38 °C. Λιγότερο συχνά συμπτώματα είναι η σύγχυση, η μειωμένη συνείδηση, η ανησυχία, η κατάθλιψη, οι διαταραχές ύπνου, πιο σοβαρές και σπάνιες νευρολογικές επιπλοκές.[1]
Η περίοδος επώασης του ιού, μέχρι την εμφάνιση της ασθένειας, κυμαίνεται έως 14 ημέρες, με διάμεσο χρόνο τις 5,1 ημέρες και το 97,5% των ατόμων που θα εμφανίσουν συμπτώματα θα το κάνουν έως 11,5 ημέρες από την μόλυνση. Υπάρχουν σπάνιες περιπτώσεις που πιθανώς να εμφανίσουν συμπτώματα μετά τις 14 ημέρες.[2]
Η ασθένεια Covid-19, η οποία προκαλείται από τον κορονοϊό SARS-CoV-2, διαδίδεται μεταξύ των ανθρώπων κυρίως όταν ένα μολυσμένο άτομο βρίσκεται σε στενή επαφή με ένα άλλο. Ο ιός μπορεί να εξαπλωθεί από το στόμα ή τη μύτη ενός μολυσμένου ατόμου με υγρά σωματίδια τα οποία ονομάζονται, «αναπνευστικά σταγονίδια» τα μεγαλύτερα, ενώ τα μικρότερα, «αερολύματα». Ο κίνδυνος εισπνοής αυτών, εκτός από τις κοντινές αποστάσεις μπορεί να αυξηθεί και σε μεγαλύτερες, ιδιαίτερα σε εσωτερικούς χώρους.[1][3]
Οι κύριοι μέθοδοι για την διάγνωση της COVID-19 είναι η αλυσιδωτή αντίδραση πολυμεράσης (PCR) και ο έλεγχος για την παρουσία ενός συγκεκριμένου αντιγόνου του ιού, μέθοδο που χρησιμοποιούν τα self και rapid test. Τα τεστ αντισωμάτων χρησιμοποιούνται για να ανιχνεύσουν μία προγενέστερη λοίμωξη.[4]
Κύριο μέτρο πρόληψης από τον SARS-CoV-2 είναι ο εμβολιασμός με ένα από τα διαθέσιμα εμβόλια για την COVID-19. Άλλα μέτρα πρόληψης περιλαμβάνουν τη κοινωνική αποστασιοποίηση, τον αερισμό των εσωτερικών χώρων, την κάλυψη του προσώπου μας όταν βήχουμε ή φτερνιζόμαστε, το πλύσιμο των χεριών μας και την αποφυγή της επαφής με το πρόσωπό μας αν δεν έχουμε πλύνει τα χέρια μας. Σε δημόσιους χώρους συνιστάται η υποχρεωτική η χρήση μάσκας προσώπου για την ελαχιστοποίηση του κινδύνου μετάδοσης. Κλινικές έρευνες για την ανάπτυξη φαρμακευτικής αγωγής, που αναστέλλουν την αναπαραγωγή του ιού, βρίσκονται σε εξέλιξη. Το 2021, εγκρίθηκε φαρμακευτικό σκεύασμα από το Ηνωμένο Βασίλειο.[5] Αυτή τη στιγμή η κύρια θεραπεία είναι συμπωματική, η οποία περιλαμβάνει διαχείριση των συμπτωμάτων, υποστηρικτική φροντίδα και απομόνωση.[3]
<ref>
. Δεν υπάρχει κείμενο για τις παραπομπές με όνομα :11
.